Thursday 23 June 2016

Δια Πυρός




Οι φωτογραφίες που συνοδεύουν το άρθρο είναι του φίλου και συναγωνιστή Αλβίνου Βασιλειάδη από την Κυπερούντα της Κύπρου.

Στ’ αδέλφια μου στην κάμινο του πυρός


«Τα λόγια μου είναι μια γλυκιά προσευχή
κουρνιάζουν έξω από το κλεισμένο σου παράθυρο
και αν τ’ άφηνες θ’ ανοίγαν μια ρωγμή
απ’ το μικρό κελί σου ως το άπειρο» (1)


Η φωτιά ξεγυμνώνει. Δεν μπορείς  να την ξεγελάσεις. Οι προθέσεις, οι πράξεις, τα λόγια ακόμη και η σιωπή είναι όλα γυμνά μπροστά στην αλήθεια της φλόγας που καίει τα πάντα, που κάμνει τα πάντα ποζάυλιν.

Τα αδέλφια μου στην κάμινο του πυρός. Άγνωστοι μεταξύ αγνώστων. Συναγμένοι στο βουνόν από έναν πανάρχαιον κάλεσμα. Η φωτιά που καίει. Η φωτιά που άνοιξε μία ρωγμή στο μικρό ή μεγάλο κελί του καθενός μας. Αυλός πυρός που μας ταξίδεψε στο άπειρο. Τα παιδιά του λαού.

Με τα διπλοκάμπινα τους και τις ποτιστικές μηχανές, τα μικρά ντεπόζιτα του ενός τόνου, τα φτυάρια και τις τσάπες ανεβαίνουν τους μικρούς χωματόδρομους στο βουνό πάνω από τα Σπήλια, στα «λημέρια του Διγενή». Εκεί αναζωπυρώθηκε χθες η πυρκαγιά. Και τα παιδιά του λαού με την παραλλαγή και τα άρβυλα – πώς στα ανάθεμα ντυθήκαμε όλοι τόσον ομοιόμορφα  - ανεβαίνουν το βουνόν σε παρέες. Ένας πυρρίχειος αλλιώτικος, μια σύναξις ιερή. Σιωπηλά. Η φωτιά που καίει το βουνόν κρούζει και τα εγώ μας. 




«Είναι η αγάπη ένα ταξίδι από γιορτή σε γιορτή
Ζήσε μαζί μου στον αέρα, στη φωτιά στη βροχή
Μας περιμένουν άδειες μέρες ραγισμένοι ουρανοί
Είναι η αγάπη ένα ταξίδι από πληγή σε πληγή»


Βουβά κλαίμεν, δεν υπάρχει χώρος για λυγμούς μπροστά στη φωτιά, θα έρθουν αργότερα, στις 3:30 το πρωί όταν δεν θα μπορείς να κοιμηθείς διότι η συνείδηση σου θα σε ξαναπάρει στο βουνο μέσα στις στάχτες. Βουβά εργαζόμαστε, χωρίς αρχηγούς και ηγέτες, η φωτιά έχει προ πολλού κάψει τα εγώ. Οι συνεννοήσεις απλές λακωνικές αγαπησιάρικες, με τα μάτια τα νεύματα. Άγνωστοι μεταξύ αγνώστων, μικρές παρέες άνω ελισσόμενες μέσα στις στάχτες. Άλλος ξετυλίγει το λάστιχο, άλλος τρέχει με το φτυάρι, άλλοι μαζί κρατώντας χέρια ορμούν προς την κόλαση του πυρός. Πού βρέθηκαν τα παιδιά με τα ράστα μέσα στην κόλαση; Λεμεσιανοί από την αγία Φύλα... Αυτοί που οι μικροαστοί θα τους βάφτιζαν αμέσως «χασικλήδες» τρέχουν προς τις φλόγες κρατώντας το λάστιχο. Φυλές αταίριαστες εφορμούμεν δίπλα από τους άντρες του τμήματος δασών, της πυροσβεστικής και της πολιτικής άμυνας. Πολλοί από αυτούς έχουν συμπληρώσει πάνω από 24 ώρες στο βουνό. Εκπλήσσομαι από τα αισθήματα αγάπης που με πλημμυρίζουν. Από τα δάκρυα που ανεβαίνουν στα μάτια κοιτάζοντας το κύμα αντρών που ανεβαίνει το βουνό προς τις καιόμενες βάτους και τα πεύκα. Είμαστε σαν τα δεντρά του βουνού που καίγεται. Καθένας τόσον ξεχωριστός και ιδιόρυθμος, όλοι μέρος ενός βουβού συνόλου. Και είναι η αγάπη ένα ταξίδι από πληγή σε πληγή. Μέσα στις φλόγες που αναβαπτίζουν είμαστε στο Εμείς.

Δεν ξέρω πραγματικά τι ανάθεμαν είναι αυτό το θαύμα που βιώνεται μπροστά σε κάθε καταστροφή που απειλεί την ύπαρξη μας. Δεν ξέρω τι είναι φυτεμένο μέσα στο πολιτιστικό μας DNA που υπνώττει στην καθημερινότητα μα που αναστήνεται μέσα στις φλόγες του κινδύνου.
Ό,τι κι αν είναι το βίωσα χθες μέσα στις στάχτες. Μία ιερή και ανεπανάληπτη αίσθηση του ανήκειν χωρίς φρουφρου και αρώματα. Η ίδια αίσθηση που έζησα το πρωινό της 11ης Ιουλίου του 11 όταν χιλιάδες βρεθήκαμε στα κέντρα αιμοδοσίας κλαίοντας βουβά για όσους χάθηκαν στο Μαρί. Το ίδιο κάλεσμα στο οποίο ανταποκρίθηκαν οι προδομένοι πατεράδες μας στις 20 του Ιούλη του 74.

Αγάπη, αδελφοσύνη, αλληλεγγύη, αυτοοργάνωση όλα έμπρακτα βιωμένα ανάμεσα σε αγνώστους. Στην απουσία του κράτους που είναι ανίκανο να διαχειριστεί την καταστροφή και που εγκαταλείπει τα παιδιά του ασυντόνιστα μέσα στην κάμινο, στην απουσία των κοστουμαρισμένων ηγητόρων με τα κενά λόγια ο λαός ξέρει – πάντα ήξερε – να γεμίζει το κενό. Ο ένας δίπλα στον άλλο ανεβαίνουν το βουνό. Το μέτωπο προς τις φλόγες, οι φλόγες το μέτωπο.




«Τα λόγια μου είναι μια ανέλπιδη ευχή
Σβησμένα φώτα μέσα στο άχαρο δωμάτιο
Και αν τ’ άφηνες θα καίγαν τη σιωπή
Και θα διαλύαν το κρυμμένο σου παράπονο

Μα εσύ σωπαίνεις και θρηνείς σαν τον κατάδικο
Πάνω απ’ τη στάχτη που σκεπάζει τον παράδεισο
πάνω απ’ τη στάχτη»


Στην Κύπρο το θαύμα λειτουργεί ακόμη. Ακόμη κι όταν η φωνή του σαν τις μέλισσες του Ονήσιλου αδυνατεί να φτάσει στα παχυδερμικά ώτα της εξουσίας των κοστουμαρισμένων. Ζει στη Σολέα και την Πιτσιλιά ανάμεσα στις στάχτες του βουνού. Και οι σπίθες του είναι αφτούμενες όπως τις ρίζες των πεύκων που σβήναμε τρία μερόνυχτα. Θα έρθει η μέρα που οι σπίθες αυτές θα γίνουν μια φλόγα που θα καθαρίσει τον τόπο. Δεν ξέρω αν θα είμαι ζωντανός να το βιώσω αλλά είμαι σίγουρος ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο η φωθκιά που έκαψε το βουνό έχει ανάψει μια άλλη που σιγοκαίει μέσα στο λαό μας.

Η μέρα μου τέλειωσε σε μια κορυφή του βουνού ανάμεσα στους άνδρες της Κυπερούντας που με αγκάλιασαν με την ανιδιοτελή τους συντροφικότητα. Πολλοί από αυτούς είναι ακόμη πάνω στο βουνό τώρα στις 4:30 τα χαράματα προσέχοντας το. Στο μικρό μας συναπάντημα αυτοί και όλοι οι άγνωστοι που αντάμωσα σήμερα ανανέωσαν μέσα μου μία αίσθηση ανεξάντλητης αισιοδοξίας για το μέλλον.

Εκεί σε μια κορυφή των βουνών του τόπου μας η μέρα τέλειωσε με στίχους προφήτες στη μορφή ενός τατουάζ στο χέρι ενός αδελφού της καμίνου.




«Βάλε φωτιά σε ό,τι σε καίει, σε ό,τι σου τρώει την ψυχή...»


Η φωτιά που σβήσαμεν μακάρι να γίνει η φωτιά που θα μας καθαρίσει


«Έξω οι δρόμοι αναπνέουν διψασμένοι, ανοιχτοί»


Λαμπρόν θα τους κάψει. Θα έρθουν καλύτερες μέρες. Διά πυρός...

Σόλων Αντάρτης~solon_antartis@yahoo.com

~~~~~~~~~~~~





Σημειώσεις

--------------

Οι στίχοι στο άρθρο είναι του Γιάννη Αγγέλακα σε μουσική του συγκροτήματος Τρύπες από το τραγούδι Γιορτή:
http://www.stixoi.info/stixoi.php?info=Lyrics&act=details&song_id=6631



1 comment: