Wednesday, 4 May 2016

Τα Διαστημόπλοια της ΕΟΚΑ ~ Άντη Ροδίτη: Τέσσερα Διηγήματα




ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
Τα Διαστημόπλοια της ΕΟΚΑ ~ Άντη Ροδίτη: Τέσσερα Διηγήματα

Έψαχνα για κάτι άλλο στο βιβλιοπωλείο όταν συναπάντησα - τελείως κατά λάθος - το βιβλιαράκι του Άντη Ροδίτη με τίτλο "4 Διηγήματα". Διαβάζοντας το, αισθάνθηκα ευλογημένος που έπεσε στα χέρια μου τέτοιος θησαυρός! Σπανίως διαβάζω κάτι που να με ενθουσιάσει τόσο πολύ ώστε να θέλω να γράψω για αυτό, να θέλω να το πω παντού ότι συνάντησα ένα αληθινό λογοτεχνικό διαμάντι.

Το βιβλίο είναι σύντομο - ήθελα να ήταν πολύ μεγαλύτερο!
Είναι ευανάγνωστο - σίγουρα κυλά πιο εύκολα από τα δικά μου κείμενα...

Η ανάγνωση του είναι αληθινή απόλαυση. Προσφέρει διέγερση της φαντασίας, ταυτόχρονα με γαργάλημα της φιλοσοφικής διάθεσης και ηδονική διερεύνηση της ψηλάφησης του μυστηριώδους.

Διαβάζοντας το, κάθε τόσο σταματούσα με λύπη. Με τη συνειδητοποίηση του ότι αυτοί που σήμερα έχουν ανάγκη περισσότερο από όλους να διαβάσουν - η νέα γενεά - δυστυχώς στην πλειονότητα τους ούτε θέλουν να διαβάζουν, ούτε και ξέρουν πλέον πως να διαβάζουν βιβλία. Και δεν είναι θέμα μορφής ή τεχνολογίας: ούτε σε ηλεκτρονική μορφή ούτε σε έντυπη διαβάζουν βιβλία πλέον. Και δεν φταιν. Είναι θύματα μιας κοινωνίας που καταδίκασε τους νέους ανθρώπους να μείνουν υπανάπτυκτοι, να υποστούν τραυματισμούς και στερήσεις που δεν άφησαν το όργανο της φαντασίας και οραματισμού να λειτουργήσει, να καλλιεργηθεί και να ανθίσει.

Τα Τέσσερα Διηγήματα του Άντη Ροδίτη θα μπορούσαν να είναι φάρμακο διανοητικής και συναισθηματικής ανάπτυξης, αντίδοτο για την πολιτιστική δηλητηρίαση και αποστέρηση που έχουν υποστεί οι νέοι μας. Μια μικρή δόση με τόσα πολλά συμπυκνωμένα οφέλη! Ενώ για τους παλαιότερους - για όσους λίγους από μας έχουν ακόμα ενδιαφέρον να συνεχίσουν να αναπλάθονται, να καλλιεργούνται, να βελτιώνονται - το βιβλίο παρέχει δυνατότητες να εκτιμήσουμε την νεότερη πολιτικοστρατιωτική ιστορία του τόπου μας με νέους τρόπους, καθώς και να αισθανθούμε επούλωση για κάποιες από τις πληγές που μας άφησαν οι δικτατορίες, οι συγκρούσεις, ο εμφύλιος πόλεμος, η εισβολή και εθνοκάθαρση που υποστήκαμε, τα ατέλειωτα "γιατί, γιατί, γιατί;" που ακόμα μας βασανίζουν.

Με το καταπληκτικό του γράψιμο, ο συγγραφέας δεν πλάθει απλώς ένα αντικατοπτρισμό της εποχής του αλλά με το έργο του συμβάλλει και στις προσπάθειες της τότε κοινωνίας να υπερβεί εκείνες τις συνθήκες, να μετουσιωθεί σε κάτι καλύτερο τόσο στο συλλογικό όσο και στο ατομικό επίπεδο ύπαρξης. Και είναι μεγάλο κρίμα που η κοινωνία μας δεν κατάλαβε και δεν αξιοποίησε αυτή την προσφορά του Άντη Ροδίτη για τις ανάγκες της. Η απύθμενη ανάγκη του λαού μας εκείνη την εποχή για αυτοσυνειδητοποίηση, για ταξική και εθνική εξισορρόπηση και αποκατάσταση, όχι μόνο παρέμεινε ανικανοποίητη, αλλά ούτε καν αναγνωρίστηκε. Η κοινωνία μας είχε κλείσει τα αυτιά της και δεν άκουε κανένα: βυθίστηκε ακόμα βαθύτερα μες τον βόθρο.


Η γλώσσα του συγγραφέα

Η λογοτεχνική του γλώσσα είναι ταυτόχρονα απλή αλλά και συμπυκνωμένη, γεμάτη εικόνες, συμβολισμούς, συναισθήματα. Θυμίζει τις παραβολές του Ιησού, αλλά και αυτό που ο Βλαδίμηρος Λένιν ονόμασε την Αισώπεια γλώσσα.

Γράφοντας ο Λένιν τον Απρίλιο του 1916 στον πρόλογο του βιβλίου του με τίτλο "Ιμπεριαλισμός, το Ανώτατο Στάδιο του Καπιταλισμού", είπε:
«Την μπροσούρα την έγραψα έχοντας υπόψη την τσαρική λογοκρισία. ...Αναγκάστηκα να περιοριστώ αυστηρότατα ...και να διατυπώσω τις λίγες απαραίτητες παρατηρήσεις που αφορούν την πολιτική με τη μεγαλύτερη προσοχή, με υπαινιγμούς, μ' εκείνη την Αισώπεια - την καταραμένη Αισώπεια - γλώσσα, στην οποία ο τσαρισμός ανάγκαζε να καταφεύγουν όλοι οι επαναστάτες όταν έπαιρναν στο χέρι την πέννα για να γράψουν ένα "νόμιμο" έργο.
Σου έρχεται βαρύ να ξαναδιαβάζεις τώρα, στις μέρες τις ελευθερίας, τα μέρη της μπροσούρας που με την σκέψη της τσαρικής λογοκρισίας παραμορφώθηκαν, πνίγηκαν, σφίχτηκαν σε σιδερένιες τανάλιες» [1].

Έτσι ακριβώς ήταν και εδώ. Η τσαρική λογοκρισία του καθεστώτος που στην κορυφή είχε τον Άγιο Πατερούλη της Κύπρου, τον απόλυτο μας Ηγέτη που επονομαζόταν και ως "ο Είς και Μόνος", καθιστούσε απαραίτητο σε όποιον δημοσιογράφο, συγγραφέα ή δημιουργό ήθελα να πει την αλήθεια να την πει με την Αισώπεια γλώσσα. Να τα πει με παραβολές, μεταφορές, και δημιουργικά γεννήματα της Οσίας Φαντασίας - που ήταν ένας από τους λίγους δρόμους τότε που είχαν απομείνει διαθέσιμοι προς την ελευθερία.

Μια γεύση του κλίματος της εποχής στην οποία έγραψε ο Άντης Ροδίτης τα διηγήματα του, ζωγραφίζεται με την μαρτυρία για ένα περιστατικό που δημοσιεύτηκε πέρσι από τον δημοσιογράφο και συντάκτη Γιάννη Σπανό:

«ΤΥΦΛΩΣΗ ΚΑΙ ΚΩΦΩΣΗ

Στις 29 Ιουλίου 1973 έγινε μια κρατική ατιμία. Τα μεσάνυχτα περικυκλώθηκαν τα σπίτια δημοσιογράφων αντιπολιτευομένων εφημερίδων από εφεδρικούς, που τους έλεγαν και επικουρικούς και πραιτωριανούς, διενεργήθηκαν εξονυχιστικές έρευνες, ανακατώθηκαν βιβλία, έγγραφα, χαλιά, σκεύη, κρεβάτια, ερμάρια, τρομοκρατήθηκαν μικρά παιδιά, προς αναζήτηση όπλων και άλλων, δεν προέκυψε οτιδήποτε αλλά συνελήφθηκαν οι δημοσιογράφοι και σιδηροδέσμιοι κλείστηκαν στα κελιά των Κεντρικών Φυλακών. Στον γράφοντα επεφυλάχθη η τιμή να εγκλειστεί στην πτέρυγα που τον "φιλοξένησαν" οι Εγγλέζοι τον καιρό του απελευθερωτικού αγώνα.

Την ίδια νύχτα έγιναν επιδρομές στα γραφεία των εφημερίδων και καταστράφηκαν αρχεία, έγγραφα, βιβλία, έπιπλα. Οι πραιτωριανοί τα έκαναν γης Μαδιάμ. Η [εφημερίδα της αντιπολίτευσης] "Γνώμη" δεν κατέστη δυνατόν να επανεκδοθεί. Σκοπός ήταν να διαλυθούν οι εφημερίδες και να τρομοκρατηθούν και να φιμωθούν οι λειτουργοί του Τύπου. Εκείνες τις μέρες είχε απαχθεί ένας υπουργός της κυβερνήσεως Μακαρίου και με αφορμή την απαγωγή η κρατική προπαγάνδα τα φόρτωσε στους δημοσιογράφους. Έγιναν έρευνες μα δεν προέκυψε οτιδήποτε. Απεδείχθη ότι ουδείς εκ των συλληφθέντων συνδεόταν καθ' οιονδήποτε τρόπο με την απαγωγή και οι άνθρωποι απολύθηκαν μετά από μέρες. Άλλως τε διεπιστώθη ποιος ήταν ο σκοπός εκείνης της ατιμίας. Ήταν η εξόντωση των αντιπολιτευομένων εφημερίδων και των δημοσιογράφων τους» [2].

Η λογοτεχνική γλώσσα και η πλοκή των Τεσσάρων Διηγημάτων δεν περιορίζεται μόνο στην Αισώπεια βέβαια. Είναι πλουσιότατη και με πολλούς άλλους τρόπους - που μεταβάλλονται ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε διηγήματος. Πιο κάτω παρατίθενται λίγα λόγια για το κάθε ένα από αυτά, με αναφορές στις συγκεκριμένες πολύχρωμες παραλλαγές σε ύφος και ποιότητες.


Τα διηγήματα

Ακολουθούν μερικές γραμμές για το κάθε ένα από τα διηγήματα με αναφορές στο ιστορικό, πολιτικό και πολιτιστικό πλαίσιο μες το οποίο προέκυψαν. Ανακατεμένες μαζί τους και δικές μου εντυπώσεις.

Αποστασία

Άρχισα να το διαβάζω και αποσβολώθηκα. Έμεινα άφωνος με καταπληξία. Δεν περίμενα καθόλου - μα καθόλου - να εκτεθώ σε τόσο δημιουργική φαντασία!

Επαναστατούν οι πολυκατοικίες; Ναι. Στο πρώτο Διήγημα του Α. Ροδίτη αυτό ακριβώς συμβαίνει. Και δεν εννοούμε τους ανθρώπους που κατοικούν στις πολυκατοικίες - όπως λέμε "επαναστατεί μια πόλη" - αλλά εννοούμε τα κτίρια: τα κτίρια επαναστατούν; Επαναστατούν. Αρχίζουν να λαμβάνουν δικά τους μέτρα... προβαίνουν σε ανατρεπτικές ενέργειες και πράξεις που οδηγούν την κυπριακή κοινωνία σε κρίση.

Η πλοκή της ιστορίας είναι σαν πίνακας που τον συνέθεσε ο Αντώνης Σαμαράκης. Συγκεκριμένα, διαβάζοντας την Αποστασία, αισθάνθηκα πως το μεγαλείο της δημιουργικής φαντασίας που επενδύθηκε εδώ από τον συγγραφέα θυμίζει το διήγημα που έχει τίτλο "Ένα άλογο στη Σταδίου", του Σαμαράκη. Η διαφορά όμως είναι πως εδώ η Αποστασία αγγίζει εκρηκτικότατα και πολύ σημαντικά πολιτικά θέματα, θέματα ζωής ή θανάτου. Ο φαινομενικός παραλογισμός που αφορά την επανάσταση των πολυκατοικιών έδρασε προφητικά: ούτε δύο χρόνια δεν πέρασαν από την δημοσίευση του διηγήματος και εμφανίστηκαν αληθινές, απτές, φονικές κινήσεις των κτιρίων στην Κύπρο. Τα τσακισμένα κτίρια της βομβαρδισμένης Αμμοχώστου με τα πτώματα που είχαν συνθλιβεί
μες τα χαλάσματα ήταν η μακάβρια επαλήθευση της προφητείας του Άντη Ροδίτη. Η κοινωνία μας δεν ήθελε να ακούσει όταν μίλησαν οι ηθικές αρχές και η φαντασία• αναγκάστηκε να βιώσει την εν τοις πράγμασι φονική ανατροπή των πολυκατοικιών.

Θεόδωρος ο Μέγας

Κατά τη διάρκεια του αγώνος της ΕΟΚΑ διαπράχθηκαν κάποια κοινά εγκλήματα - φόνοι, ληστείες - όπου οι εγκληματίες εκμεταλλεύτηκαν την "ασύμμετρη" κατάσταση της εποχής και χρησιμοποίησαν την αναταραχή ή και την ίδια την ΕΟΚΑ ως προκάλυμμα για τα εγκλήματα τους. Οι πλείστοι από τους εγκληματίες όχι μόνο επέζησαν, αλλά ως καλοί καιροσκόποι στο τέλος του αγώνος αυτοπροωθήθηκαν ως "ήρωες" και η κοινωνία μας τους αντάμειψε με αξιώματα. Κάποιοι έφτασαν ακόμα και στα πιο ψηλά πολιτειακά και άλλα κοινωνικά αξιώματα από τα οποία στην συνέχεια μπόρεσαν να εκμαιεύσουν πλούτο και κρατική εξουσία. Το "θείο Κράτος" της Κύπρου στελεχώθηκε και θεμελιώθηκε σε κάποια από αυτά τα καθάρματα. Και στις μεθόδους τους.

Μερικοί αγνοί αγωνιστές που προσπάθησαν να προλάβουν ή να σταματήσουν τα εγκλήματα, ή και να αποκαλύψουν ή να τιμωρήσουν τους εγκληματίες, στοχεύτηκαν οι ίδιοι με την κατηγορία του "προδότη": μερικοί σκοτώθηκαν, και άλλοι εξαναγκάστηκαν στην εξορία.

Το διήγημα Θεόδωρος ο Μέγας με αυτό καταπιάνεται. Δεν μένει όμως απλά στην αποκάλυψη ότι αυτό αποτελεί ένα σκοτεινό μέρος της ιστορίας μας: στην εποχή που γράφτηκε, οι καιροσκόποι εγκληματίες (όπως και σήμερα οι απόγονοι τους) ήταν στην κορυφή της πυραμίδας εξουσίας. Δεν ήταν δυνατόν να ομιληθούν ανοικτά αυτά τα πράγματα - απαιτούσε τόλμη!

Το διήγημα ακολουθεί μια πλοκή που ούτε σενάριο ταινίας με τον Τζέημς Μποντ δεν το φτάνει. Κατέχει όλα τα στοιχεία μιας καταπληκτικής περιπετειώδους ταινίας, αλλά και αγγίζει με πόνο όλα τα προδομένα αισθήματα και πόθους του πικραμένου μας λαού...

Από το ημερολόγιο ενός γάτου

Εδώ ανοίγονται μυστήρια. Στην αρχή του διηγήματος προκύπτουν εύλογα οι απορίες "μα... τι να εννοεί εδώ;" "Σε τι ακριβώς αναφέρεται;"

Οι εικόνες όμως παρουσιάζονται ενώπιον του αναγνώστη η μια μετά την άλλη αμείλικτες, ενώ ταυτόχρονα απευθύνονται στο υποσυνείδητο. Δεν περνούν εύκολα από μια λογική "ανάλυση"• το νόημα κτίζεται σιγά-σιγά στο υπόστρωμα της αντίληψης.

Άγνωστοι και αθέατοι βασανιστές - όπως είναι όλα τα αυταρχικά καθεστώτα - υποβάλλουν ένα γάτο σε φρικτή κακοποίηση. Έχουν σαφή σκοπό και κατεύθυνση - μα αυτή δεν γίνεται εύκολα φανερή. Ενώ κυλά η ιστορία, αναπτύσσονται διάφορες παράμετροι που, αληθινά ομολογώ, ήταν τελείως απρόσμενες εδώ.

Η πλοκή μυρίζει έργο του Φραντς Κάφκα. Αλλά... όχι τόσο απλά! Εδώ το άρωμα Κάφκα θα ήταν πιο ορθό να περιγραφεί ως "Ο Κάφκα δίχως σκάφανδρο στον εξωγήινο πλανήτη Κούπριουμ..."

Στο τοπίο, καθώς και την πλοκή, ξαφνικά εμφανίζονται πολιτιστικά στοιχεία που δεν θα τα περίμενε κανείς στην Κύπρο του 1972:


ο- Το τοπίο όπου εκτυλίσσονται κάποια από τα βάσανα του ταλαίπωρου γάτου θυμίζουν έντονα την τηλεοπτική σειρά Σταρ Τρεκ (Star Trek - Ταξίδι στ' Άστρα) από το τέλος της δεκαετίας του 1960. Το διαστημόπλοιο Έντερπραϊζ (Επιχείρηση), προσγειώνεται πολλές φορές σε πλανήτες όπου πρωτόγονοι πολιτισμοί διοικούνται από μια διεφθαρμένη άρχουσα τάξη που επιστρατεύει τις ανώτερες τεχνολογίες του Θεάματος για να εξαπατά και να παραπλανεί τον λαό, πότε νανουρίζοντας τον με ψέμματα ή με απατηλές εικόνες, λάμψεις και ψυχοφθόρους, ναρκωτικούς ή ευνουχιστικούς υπερήχους, και πότε προτρέποντας τον σε αθλιότητες εις βάρος των αντιφρονούντων "εσωτερικών εχθρών" του καθεστώτος.

Κάπως έτσι, σ' ένα παρόμοιο κυπριακό τοπίο ο αναγνώστης - μέσω του γάτου - εκτίθεται σε παρόμοιες εμπειρίες: μόνο βράχοι στολίζουν τον χώρο σε μια πολιτιστική έρημο όπου τα μηχανήματα πλύσεως εγκεφάλου εκπέμπουν από υποχθόνιες βάσεις σε σπήλαια...

ο- ...Το οποίο στοιχείο στο διήγημα μας φέρνει ενώπιον μιας πολιτικής ανάλυσης που μόνο την δεκαετία του εξήντα έγινε δυνατό να αρθρωθεί καθαρά. Είναι η κριτική ανάλυση του σύγχρονου διεθνούς ή και όποιου τοπικού δυτικού καθεστώτος που έγινε γνωστή συνοπτικά με τον τίτλο "Κοινωνία του Θεάματος" μέσα από τις εργασίες του μαρξιστή θεωρητικού Guy Debord (Γκυ Ντεμπόρ). Ασχέτως του αν ο Άντης Ροδίτης μελέτησε ή όχι το έργο του Ντεμπόρ, αυτό που βλέπουμε εδώ είναι να προβάλλεται μέσα από το διήγημα μια ενστικτώδης - και εξαιρετικά εμπνευσμένη, φαεινή - περιγραφή της κοινωνίας μας ιδωμένης μέσα από τον φακό αυτής της θεωρίας. Η οποία είναι όντως - και ιδίως στην σύγχρονη Κύπρο - καυτά και οδυνηρά εγκυρότατη!

ο- Τα βιώματα του γάτου τον εκθέτουν σ' ένα παράξενο περιστατικό. Ένας από τους χαρακτήρες του διηγήματος υφίσταται εκβιασμό και κοινωνικό εξοστρακισμό με βάση μια μαγνητοφώνηση. Γίνεται φανερό ότι είχε μαγνητοφωνηθεί χωρίς να το γνωρίζει ενώ μιλούσε "κάπως κριτικά" για "κάποιες καταστάσεις", πράματα αδιευκρίνιστα, που όμως πολύ εύκολα διαστρεβλώνονται από τους χαφιέδες της εξουσίας για τους δικούς τους σκοπούς.

Ήταν η εποχή όταν εμφανίστηκαν στην Κύπρο για πρώτη φορά τέτοιες μέθοδοι πολιτικής καταπίεσης από το καθεστώς. Δεν έφταναν οι φόνοι των αντιφρονούντων (Νεοκλής Παναγιώτου και Ευριπίδης Νούρος) και οι απαγωγές (Αντώνης Φαρμακίδης, αρχισυντάκτης της «Εθνικής»), οι ξυλοδαρμοί, οι απειλές, οι απολύσεις και απελάσεις. Ήδη για αρκετά χρόνια τα τηλέφωνα όλων των μελών της αντιπολίτευσης ήταν υπό παρακολούθηση - όχι στο διήγημα, στην πραγματική Κύπρο του τότε. Παρομοίως, τα σπίτια πολλών είχαν μονίμως σταθμευμένα απ' έξω αυτοκίνητα είτε της επίσημης Αστυνομίας, είτε του παρακράτους, και ταυτόχρονα γείτονες, συγγενείς και γνωστοί των "σεσημασμένων" αντιφρονούντων είχαν επιστρατευθεί είτε με απειλές και εκβιασμούς είτε με άλλα μέσα, για να αναφέρουν τις κινήσεις των και να καρφώνουν τα φρονήματα άλλων. Αλλά οι κατασκοπίες με τα νέα, τότε, ηλεκτρονικά μηχανήματα ήταν "νέο φρούτο" στην Κύπρο. Το καθεστώς αξιοποιούσε κάθε μέσον, αλλά αυτά τα μέσα ήταν πολύ ακριβά οπότε αξιοποιούντο μόνο σε ιδιαίτερες περιπτώσεις.

Αυτή η πρακτική - που ανακύπτει λογοτεχνικά με θαυμαστό τρόπο μες το διήγημα - συνεχίζεται ακάθεκτη στην Κύπρο μέχρι σήμερα. Ούτε χρόνος δεν έχει κλείσει από τότε που απεκαλύφθει και το νέο τέτοιο σκάνδαλο παράνομων και αντισυνταγματικών παρακολουθήσεων πολιτών από το κράτος~παρακράτος που εξανάγκασε τον διοικητή της Κυπριακής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ) σε παραίτηση. Να πως τα περιγράφει η εφημερίδα Ζούγκλα:

"Υπό το βάρος των αποκαλύψεων για τη δράση ομάδας στην ΚΥΠ με τις υποκλοπές ηλεκτρονικής αλληλογραφίας (κλήσεις, sms, ηλεκτρονικά μηνύματα, φωτογραφίες, facebook, twitter, viber, ενεργοποίηση μικροφώνων εξ αποστάσεως κ.τ.λ) ο προϊστάμενος της ΚΥΠ, Ανδρέας Πενταράς, υπέβαλε το Σάββατο την παραίτησή του.
.../...
Τα στοιχεία που αποκαλύπτονται (ένα σημαντικό μέρος τους έχει διαρρεύσει και μέσω του Wikileaks), είναι χείμαρρος που θα φέρει στο φως πολλά τεράστια σκάνδαλα ως προς τη διαχείριση των προσωπικών δεδομένων δημοσιογράφων, επιχειρηματιών και πολιτικών.

Στοιχεία, όπως ηλεκτρονικά μηνύματα, λογισμικό και κώδικες προγραμμάτων, τεκμηριωμένα με αναλύσεις ειδικών, δείχνουν ότι ένας από τους στόχους, ήταν και τα ψηφιακά συστήματα του «Φιλελεύθερου», όπως και τα ανάλογα συστήματα ακόμα δύο μέσων ενημέρωσης στην Κύπρο. Γενικά, ο αριθμός των «μολυσμένων» συσκευών με αυτούς τους ιούς του λογισμικού παρακολούθησης, είναι πολύ μεγάλος.
.../...
Αποκαλύπτονται με πολλά συναφή στοιχεία, τα ονόματα στελεχών και συνεργατών της ΚΥΠ, που ασχολούνταν με το σύστημα παρακολουθήσεων μέσω παράνομης ύπουλης εξ αποστάσεων διείσδυσης σε κινητά, τάμπλετ και υπολογιστές. Ο διαχειριστής που έδινε οδηγίες για ετοιμασία ιών για τους στόχους, ο υπογράφων τα συμβόλαια, τα πρόσωπα που εκπαιδεύτηκαν στον χειρισμό του. Ανεξάρτητα από το όποια ευθύνη μπορεί να φέρουν αν έδρασαν έξω από το πλαίσιο κανονισμών της υπηρεσίας, θα πρέπει να προστατευθούν από το ίδιο το κράτος.
.../...
Με την παραίτηση του προϊστάμενου της ΚΥΠ, το κύριο θέμα που τίθεται είναι το αν η υπηρεσία είχε οδηγίες και από πού, για τις συγκεκριμένες ενέργειες -αφού φαίνεται ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν είχε δώσει τέτοιες οδηγίες για το μεγαλύτερο μέρος της δραστηριότητας μέσω των εν λόγω συστημάτων- και το αν δρούσε κάποιας μορφής «παρακράτος»" [3].

Ο Άντης Ροδίτης, πλέκοντας με ευφυΐα λέξεις, έννοιες και ηθικές αρχές στα σεμνά και μικρά του διηγήματα, ζωγράφισε την πορεία που θα συνέχιζε να ακολουθεί το κυπριακό κράτος-έκτρωμα για ακόμα πενήντα χρόνια!

ο- Και προς τι τα βασανιστήρια του γάτου; Πουθενά μες το διήγημα δεν φανερώνει ο συγγραφέας τον σκοπό. Δεδομένης όμως της προσωπικής ιστορίας του συγγραφέα, της πολιτικής και πολιτιστικής του τοποθέτησης, εμφανίζεται ως σοβαρή πιθανότητα πως τα βασανιστήρια - καθώς και η μαζική πλύση εγκεφάλου από τις εκπομπές των υποχθόνιων σπηλαίων, και οι παρακολουθήσεις, οι εκβιασμοί και η κρατική τρομοκρατία - στοχεύουν στο να αλλαξοπιστήσει ο Έλληνας και να γίνει "εθνικά κυπραίος".

Πολλά χρόνια αργότερα, ο ίδιος ο συγγραφέας επιβεβαίωσε αυτή την ερμηνεία του στόχου των βασανιστηρίων Από το ημερολόγιο ενός γάτου σε μια δημοσίευση με σχόλια και προσωπικές του ιστορίες και αποκαλύψεις. Εκεί ομιλεί για την εσωτερική, ας πούμε, εμπειρία του διηγήματος (καθώς και για πολλά άλλα σημαντικά πράγματα): η επιβεβαίωση του υπογραμμίζει το με πόση ευαισθησία βίωσε και κατέγραψε τις κτηνωδίες της δικτατορίας αυτός ο ευφάνταστος δημιουργός - μακάρι η Κύπρος να είχε ακόμα εκατόν τέτοιους... η πορεία της ιστορίας μας θα ήταν εντελώς διαφορετική!

Οι αποκαλύψεις του Άντη Ροδίτη εμπεριέχονται σε κείμενο που αναδημοσιεύεται πιο κάτω ως Συμπλήρωμα στο παρόν άρθρο.

Ο ανελκυστήρ

Εδώ το ύφος και η γλώσσα του διηγήματος αναδύεται από τις σελίδες με αποχρώσεις Ντοστογιέφσκυ. Δεν μιλούμε για "κλασσικό" Ντοστογιέφσκυ, μα για αποχρώσεις του τις οποίες ο Άντης Ροδίτης εξελίσσει, αναβαθμίζει και αναβαπτίζει μες την σύγχρονη πραγματικότητα.

Η αφήγηση διέρχεται με ένα προσωπικό ύφος που περιέχει στοιχεία παραληρηματικού μονόλογου. Μαζί του, πολύ ρεαλιστικές σκηνές, πολύ γνήσιες ψυχολογικές τομές, έντονες εικόνες και δύσκολα συναισθήματα. Με απόλυτη φυσικότητα, μες την ιστορία "σπουρτούν" κομμάτια από την καθημερινότητα, θραύσματα ανακοινώσεων από τον πόλεμο στο Βιετνάμ, αγγελίες από εφημερίδες... και πτώματα.

Ελπίζω να μην είναι ασέβεια ο παραλληλισμός με τον κινηματογράφο. Ο ανελκυστήρ μου θύμισε ένα από τους πιο εντυπωσιακούς και βαθιά καλλιεργημένους σκηνοθέτες του κόσμου που παραμένει εντελώς άγνωστος παρά μόνο σε ένα μικρό και περιορισμένο κοινό "παράξενων" θαυμαστών του (στους οποίους συγκαταλέγεται και ο γράφων). Ο σκηνοθέτης ονομάζεται Alejandro Jodorowsky (Αλεχάνδρο Χοντορόσκυ) και είναι ο δημιουργός του αριστουργήματος πνευματικής αναζήτησης που ονομάζεται The Holy Mountain (το Ιερόν Όρος), καθώς και των ταινιών με τίτλους Santa Sangre  (Αίμα Ιερό), και El Topo  (Ο Τυφλοπόντικας) [4].

Η ταινία Αίμα Ιερό περιέχει κάποια στοιχεία παρόμοια με το διήγημα Ανελκυστήρ. Μες την υπόθεση προκύπτουν σκοτωμοί, σκηνές βίας, και ακρότητες που μοιάζουν να μην συνδέονται με νόημα. Αλλά αν το νόημα είναι απλά το συναίσθημα που μας προκαλούν...; Πως στέκει τότε η ερμηνεία του διηγήματος;

Η πλοκή του Ανελκυστήρ αρχίζει μ' ένα προσωπικό τόνο που σιγά-σιγά παραθέτει ένα μυστηριώδες έγκλημα το οποίο γίνεται όλο και πιο πολύπλοκο. Μαζί με την ψυχή του πρωταγωνιστή, αρχίζει να δονείται και ψυχή του αναγνώστη: οι εικόνες, τα ερωτήματα που πλαισιώνουν το μυστήριο, οι πολλαπλές ερμηνείες... αθροίζονται σε ένα βαθμό αφόρητο.

Ίσως εκεί θέλει να μας πάρει ο συγγραφέας, μα δεν γνωρίζω, και δεν μπόρεσα να αποκωδικοποιήσω με βεβαιότητα τα σημαινόμενα. Εκεί που κορυφώνεται το βάσανο της ψυχής, το διήγημα αρχίζει να μοιάζει πολύ με το βάσανο της ύπαρξης. Για μένα τουλάχιστον, η εκκρεμότητα με την οποία τελειώνει το αφήγημα είναι μια εξαιρετικά δυνατή εμπειρία που με άφησε με τον πόθο της εξιλέωσης, της λύτρωσης από την ύπαρξη, της καυτής ανάγκης για μεταφυσική απολύτρωση.

Δεν ξέρω αν αυτή ήταν η πρόθεση του συγγραφέα, αλλά αυτό ήταν το δώρο που χάρισε σε μένα Ο Ανελκυστήρ!


Επιστημονική φαντασία και το Εθνικό

Η δημιουργική φαντασία που επένδυσε ο Άντης Ροδίτης στα Τέσσερα Διηγήματα κατέχει ιδιομορφίες καθαρά ελληνικές και κυπριακές. Εμφανίζονται στο προσκήνιο με διάφορες μορφές που συμπεριλαμβάνουν την υπερβολή, τον παραλογισμό, τον συμβολισμό, την μεταφορά που αποδίδεται ως κυριολεξία. Κατέχει δηλαδή στοιχεία ονείρου και ονειροπολήματος.

Εδώ η φαντασία λειτουργεί και με τα δύο της στοιχεία, τόσον ως δημιουργική εφευρετικότητα, όσον και ως πεδίο ψυχικής δραστηριότητας, ως οθόνη επί της οποίας προβάλλονται και φανερώνονται πράματα και θάματα.

Σίγουρα η κοινωνία μας έχασε το τραίνο όταν εκδόθηκαν τα Τέσσερα Διηγήματα: ούτε τα κατάλαβε, ούτε τα αξιοποίησε. Αλλά επιπλέον, οι επίσημοι θεσμοί της εποχής τα αντιμετώπισαν και με εκείνο τον "στραγγαλιστικό εναγκαλισμό"' με τον οποίο καπελώνουν κάτι που δεν μπορούν να το πολεμήσουν ανοικτά. Τέτοιοι "ανεπιθύμητοι" εξουδετερώνονται από την εξουσία με τρόπους πλάγιους που συμπεριλαμβάνουν βραβεύσεις, εύφημους μνείες και άλλα παρόμοια. Αξιοποιείται δηλαδή από το σύστημα η φυσική απέχθεια του απλού ανθρώπου σε εξουσιαστικές φανφάρες και τελετουργίες για να απομακρυνθούν τα "επικίνδυνα" έργα και άτομα από τον λαό. (Κάποιες από αυτές τις ιστορίες τις αφηγείται ο ίδιος ο συγγραφέας πιο κάτω, στο Συμπλήρωμα).

Αλλά σήμερα, στο εδώ και τώρα, ποιά σημασία μπορεί να έχει η αξιολόγηση αυτού του εξαιρετικής ποιότητας φαντασιακού δυναμικού; Ποιές εφαρμογές μπορεί να έχει σήμερα;

Πολλά από εκείνα για τα οποία διαμαρτυρόταν ο συγγραφέας τότε, το 1972 - και κυρίως οι συνειδητές προσπάθειες του καθεστώτος για αφελληνισμό των κυπρίων - όχι μόνο συνεχίστηκαν μετά την εισβολή, μα εντατικοποιήθηκαν, και άρχισαν να αποδίδουν. Η συμμαχία των ντόπιων νεο-κύπριων αρχόντων με τις σταλινικές πολιτικές δυνάμεις του τόπου επέκτειναν το ρατσιστικό ανθελληνικό τους έργο σε βάθος χρόνου και με πολύπλοκες πολιτικές, πολιτιστικές και άλλες διαδικασίες, κατάφεραν ώστε μεγάλο μέρος της νέας γενεάς σήμερα να απορεί "γιατί γιορτάζουμε τις εθνικές επετείους μιας ξένης χώρας;" Η νέα γενεά έχει τόσο αποξενωθεί από τις καταβολές της που αισθάνεται πιο συναισθηματικά συνδεδεμένη με τα γκρήκλις (greeklish) παρά με τα ελληνικά. Φτάσαμε μέχρι το σημείο να έχουμε δύο νεο-κύπριους Πρόεδρους στη σειρά, που ομιλούν ανοικτά για το ότι πρέπει να "αποκοπεί ο ομφάλιος λώρος" με την Ελλάδα.

Για περίπου σαράντα χρόνια από τότε που εκδόθηκε το Ημερολόγιο ενός γάτου, οι οργανωμένες ρατσιστικές επιχειρήσεις και εκστρατείες του καθεστώτος κατάφεραν ώστε να απαγορεύεται η απλή δήλωση εθνικής ταυτότητας από τους ανθρώπους, και όποιος έλεγε "είμαι Έλληνας" να στοχεύεται ως "φασίστας", "εθνο-σωβινιστής", "εθνικιστής", "ακροδεξιός" και άλλα παρόμοια από το ψευδο-αριστερόζ καθεστώς της νεο-κυπριακής άρχουσας τάξης.

Μόνο η έκρηξη της ειρηνικής Εξέγερσης των Αγανακτισμένων το καλοκαίρι του 2011 έφερε ξανά τον Ελληνισμό της Κύπρου στους δρόμους να διαδηλώνει ανοικτά τις πολιτιστικές και εθνικές του καταβολές - "με σημαίες, φωνές, και συνθήματα" που λέει και ο νεκρός ποιητής Δώρος Λοΐζου - πράμα, βέβαια που το καθεστώς έσπευσε να τιμωρήσει άμεσα με κτυπήματα από ρόπαλα, δακρυγόνα και ανοικτή κατά μέτωπο επίθεση βίας ενάντια σε χιλιάδες ειρηνικούς και άοπλους διαδηλωτές. Το ανθελληνικό μέτωπο όμως έσπασε, τα μάγια λύθηκαν, και έκτοτε βιώνουμε μια αναγέννηση ελληνικότητας στην Κύπρο.

Η Παιδεία όμως παραμένει στα χέρια του κρατικού ανθελληνικού ρατσισμού. Η εθνικόφρων παράταξη ακόμα δεν έχει ανασυγκροτηθεί σαν ζωντανός οργανισμός ώστε να κτίσει τους δικούς της αντίστοιχους εναλλακτικούς και ριζοσπαστικούς ελληνικούς θεσμούς. Στην Κύπρο δεν έχουμε ελληνικό ραδιόφωνο, ελληνική τηλεόραση, ελληνικά μουσεία, ελληνικές εφημερίδες (και δεν εννοούμε "ελλαδικό", αλλά ελληνικό). Κάτι λίγο γίνεται κάπου-κάπου στο θέατρο, ενώ γενικά το μόνο μέσον που μας απέμεινε ως επί το πλείστον απρόσκοπτο είναι το διαδίκτυο. Που όμως δυστυχώς δεν αρκεί για να δώσει ζωντανά βιώματα. Για να επιτύχει ο επανελληνισμός των κυπρίων χρειαζόμαστε μια Ελληνική Σχολή που θα λειτουργεί στα πλαίσια μια διαχρονικής πολιτικής, κοινωνικής και πνευματικής εκστρατείας σε βάθος χρόνου - κατ' ευχήν, εκστρατείας που θα καθορίζεται από τις αρχές και αξίες της Φιλικής Εταιρείας Κύπρου [5].

Εκείνο που μας λείπει πάνω απ' όλα είναι η συστηματική επανασύνδεση του λαού μας - μαζικά - με τις θεμελιακές ποιότητες του ελληνισμού που είναι: Έρως και Λόγος. Τα δύο αυτά θεμέλια, που ανάμεσα τους συγκροτούν ολόκληρη την ελληνική θρησκεία και πνευματική ζωή, την επιστήμη και τις τέχνες, καθώς και την επικοινωνία, την δημοκρατία και το νόημα της ζωής... ακόμα δεν βρέθηκαν καλές διαδικασίες ώστε να γίνουν ξανά βιωματικό απόκτημα του λαού μας.

Και η δημιουργική φαντασία είναι ένα μέσον το οποίο ακόμα ΔΕΝ έχει αξιοποιηθεί όσο θα έπρεπε προς εκείνο τον σκοπό.

Τα Τέσσερα Διηγήματα του Άντη Ροδίτη γράφτηκαν σε μια εποχή παγκόσμιας επανάστασης όπου ένα από τα κύρια συνθήματα που δονούσαν τις πρωτεύουσες όλου του Δυτικού κόσμου και των χωρών του Ανατολικού μπλοκ ήταν: Η ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΣΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ! Τα Τέσσερα Διηγήματα στέφουν αυτή την αντίληψη, θριαμβευτικά. Η φαντασία την εποχή εκείνη ήταν για μας μέσον όχι μόνο δημιουργικό και ανατρεπτικό, αλλά ήταν η ίδια δρόμος, βίωμα και μέθοδος προς την ελευθερία.

Τα κινήματα παρήλθαν, αλλά η αξία της φαντασίας δεν έχει χαθεί. Απεναντίας, η ανάγκη για την  απελευθέρωση της φαντασίας - και για την δική μας απελευθέρωση με την βοήθεια της φαντασίας - είναι πληγή αιμάσσουσα. Σήμερα χρειαζόμαστε την ποιοτική φαντασία περισσότερο από ότι σε κάθε άλλη περίοδο της ιστορίας μας:
     ► Είναι απαραίτητη για να τραφεί πολιτιστικά ο υπαρξιακά πεινασμένος και αποξηραμένος κυπραίος, να ξεδιψάσει το πολιτιστικό του αισθητήριο που έχει φλομώσει από τις ανοησίες, φρούδες και κάλπικες εκφάνσεις "πολιτισμού" με τις οποίες μας βομβαρδίζει καθημερινά η άρχουσα τάξη εκπέμποντας από τα υποχθόνια σπήλαια με τους μηχανισμούς του χυδαίου και νοοφθόρου Θεάματος.

Δόσεις πυκνής, συγκεντρωμένης ελληνικής φαντασίας - όπως αυτήν που συνέθεσε τα Τέσσερα Διηγήματα - μπορούν να κάμουν θαύματα δρώντας φαρμακευτικά για την πολιτιστική και υπαρξιακή αποχαύνωση του λαού μας.

Χρειαζόμαστε κι άλλα!

Πέτρος Ευδόκας
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ΟΙ ΕΞΩΓΗΙΝΟΙ ΩΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ


{κλικ !}




Σημειώσεις

[1].
Στα ελληνικά:
Ιμπεριαλισμός, το Ανώτατο Στάδιο του Καπιταλισμού
Βλάντιμιρ Ίλλιτς Λένιν

Στα αγγλικά:
Imperialism, the Highest Stage of Capitalism
Vladimir Ilyich Lenin


[2].
ΤΥΦΛΩΣΗ ΚΑΙ ΚΩΦΩΣΗ


[3].
Σκάνδαλο υποκλοπών στην Κύπρο


[4].
Alejandro Jodorowsky

Santa Sangre  1989

The Holy Mountain  1973

El Topo  1970


[5].
Φιλική Εταιρεία / Αρχές και Αξίες
ο- Μέγιστον Όραμα
ο- Αρχές και Αξίες - Τέσσερεις Άξονες
ο- Αφετηρίες - Κύπρος, Ελλάς, Διεθνής και Περιφερειακή Πραγματικότητα · Ιστορικοί Κόμβοι Δράσης και Θεωρητικές Εξελίξεις

Οι Εργασίες μας

* * *

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ

Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα από ένα σχόλιο που δημοσίευσε ο Άντης Ροδίτης σε μια ιστοσελίδα στο πλαίσιο διαλόγου με άλλους αναγνώστες. Το κείμενο είναι αυτοτελές και το νόημα στέκει μια χαρά από μόνο του, και άρα δεν χρειάζεται να γίνει εδώ αναφορά ή κατατόπιση για την ευρύτερη ροή του διαλόγου. Όσοι όμως χρειάζονται να δουν τι προηγήθηκε αυτού του σχολίου μπορούν να προστρέξουν στην σελίδα εδώ:

Άντης Ροδίτης:

"...Διορθώνω ότι ο ταγματαρχης Σεβασλίδης ήταν αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού που υπηρετούσε στην Εθνική Φρουρά κι όχι στην ΕΛΔΥΚ. Ήταν διοικητής της μεμονωμένης Πυροβολαρχίας Πεδινού Πυροβολικού 184, αν θυμάμαι καλά, στην οποία υπηρέτησα εκείνες τις μέρες. Επίσης δεν είμαι σίγουρος αν τα αεροπλάνα ήταν Νοράτλας ή C-130. Πιθανότερο το δεύτερο.

Ο Σεβασλίδης από ό,τι έμαθα αργότερα σκοτώθηκε από ατύχημα σε άσκηση στην Ελλάδα.
Στην ερώτησή σου δεν έχω απάντηση. Σκέφτομαι μόνο ότι η Ελλάδα είναι μικρή, αδύνατη και εξαρτώμενη χώρα, όσες προσπάθειες έγιναν για ν’ αποκτήσει μια αυτοδύναμη αξιοπρέπεια πολεμήθηκαν μέσα από την Ελλάδα (στον όρο “Ελλάς” συμπεριλαμβάνω και την Κύπρο) και το χειρότερο από όλα είναι ότι την αληθινή της ταυτότητα ένας πολύ μικρός αριθμός Ελλήνων τη γνωρίζει καλά, ενώ παραμένει εξορισμένη και αποδιωγμένη, κρυμμένη κάτω από υπολείμματα κάποιων παραδοσιακών συνηθειών και τυπικοτήτων.

Για τις συμπεριφορές αυτής της Ελλάδας είναι σχετικό και το πιο κάτω απόσπασμα από το “Την Ελλάδα θέλομεν και ας τρώγωμεν πέτρες” (το συντομεύω λίγο για να μην πάρει πάρα πολύ χώρο), που προηγείται του χρονογραφήματος “20 Ιουλίου 1974” μέσα στο βιβλίο:

Η Ελλάδα θα ζει με την Κύπρο μαζί

Τον Δεκέμβρη του 1969 επέστρεψα από τις σπουδές μου στην Αγγλία και το Γενάρη του 70 κατατάγηκα στην Εθνική Φρουρά. Τον Μάρτη βρέθηκα στη Σχολή Πυροβολικού στο Μεγάλο Πεύκο για εκπαίδευση. Εκεί έμαθα τόσα μαθηματικά όσα δέν έμαθα ποτέ στο Γυμνάσιο. Αυτό όμως που μου έκαμε εντύπωση ήταν ότι η Κύπρος αποτελούσε το κεντρικό σημείο αναφοράς. Ο ύμνος της Σχολής που χρειάστηκε πάνω από ένας μήνας σκληρής άσκησης και εκπαίδεσης για να μας επιτρέψουν οι παλιοί να τον τραγουδήσουμε, έλεγε ξεκάθαρα:

“ Η Ελλάδα θα ζεί με την Κύπρο μαζί
και θα δείχνει το δρόμο μπροστά.
Παλιά σειρά δώσε φτερά
στη μάχη αυτή που μας καλεί η μοίρα μας.
Τους τούρκους διώχτους απ΄ τη γή
λευτεριά εις την Κύπρο να ζεί.”

Ποιός θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι ήταν κι αυτό μέρος της γενικότερης προετοιμασίας ώστε να διευκολυνθεί η παράδοση της Κύπρου στήν Τουρκία; Μόνο ένας τρελός τότε θα φανταζόταν τέτοιο πράγμα, ελάχιστοι σήμερα, υπολείμματα μιας ολόκληρης εποχής που καλλιέργησε – έντεχνα στα φανερά και με το ψίθυρο στα κρυφά – την απιστία και το μίσος για την Ελλάδα. Δικαιολογημένοι όσοι την μίσησαν και αδικαιολόγητοι όσοι τυφλά την αγάπησαν, ούτε οι μεν ούτε οι δε θα μπορούσαν να σώσουν την Κύπρο. Χωρίς να το συνειδητοποιούν οι ηγέτες μας σκέφτονταν πρώτα το δικό τους συμφέρον κι ακόμα χειρότερα είχαν όλοι πρότυπα και ινδάλματα ξένους που θαύμαζαν και υπάκουαν, άλλοι συχνότερα κι άλλοι σπανιότερα. Το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο· και το αστείο ήταν που οι μόνοι που κατηγορήθηκαν ότι “πληρώνονταν” ήταν οι τυφλοί εραστές της.

Το Γενάρη του 71 υπέβαλα αίτηση πρόσληψης στο Τμήμα Τηλεοράσεως του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου. Μέχρι το Μάϊο που προσλήφθηκα περνούσα τον καιρό μου γεμίζοντας στήλες Προ-πό και γράφοντας διηγήματα. Ένα μιλούσε για τις πολυκατοικίες της Αμμοχώστου που αποστράφηκαν τους ανθρώπους (γιατί εγκατέλειψαν την Ένωση) και ξεκίνησαν να μπαίνουν στη θάλασσα να πνιγούν. Άλλο μιλούσε για τα βασανιστήρια στα οποία υπεβλήθη ένας γάτος (Έλλην) για να γίνει σκύλλος (Κύπριος). Ένα τρίτο περίγραφε πώς μια επαναστατική ομάδα (ΕΟΚΑ) που έσκαβε τουνέλι για να φτάσει κάτω από το ξένο Κυβερνείο και να το ανατινάξει επιτυγχάνοντας την απελευθέρωση του τόπου, συνάντησε στο δρόμο της (τυχαία άραγε;) ένα χρυσό άγαλμα με αποτέλεσμα ν΄ασχοληθεί με το μοίρασμα του και να εγκαταλείψει τον αγώνα. Το τελευταίο διήγημα ήταν γεμάτο μυστηριώδη πτώματα, συνωμοσίες, κατασκόπους, πόρνες, εκβιασμούς, όλα μέρη ενός εφιαλτικού σεναρίου στο οποίο ο συγγραφέας όχι μόνο δέν ξέρει ότι είναι ο πρωταγωνιστής, αλλά καταλήγει κιόλας σ΄ ένα εντγκαραλλανποεκό υπόγειο καταδικασμένος είτε σε θάνατο από πνιγμό είτε σε φάγωμα από αρουραίους ή και τα δυό μαζί.

Το βιβλίο με τα τέσσερα διηγήματα, με το εξώφυλλο σχεδιασμένο από τον Άντη Ιωαννίδη και πρόλογο του Ανδρέα Χριστοφίδη, κυκλοφόρησε το Δεκέμβρη του 72 σε χίλια αντίτυπα. Ο Ανδρέας Χριστοφίδης ήταν ο καθηγητής μας των Ελληνικών στο Παγκύπριο Γυμνάσιο. Έμαθε όσους μπορούσαν να μάθουν από τότε (άλλοι ίσως να έμαθαν από μόνοι τους αργότερα κι άλλοι βέβαια ποτέ) ν΄αγαπούν την ποίηση. Μια μέρα που μας απάγγελλε το “Εν τω μηνί Αθύρ” κι ακούγαμε σαγηνεμένοι πετάχτηκε ο Αντρίκος, γόνος ακελικής οικογένειας, και είπε “αυτά είναι πελλάρες κ.Χριστοφίδη”. Ο Χριστοφίδης σταμάτησε τσαντισμένος και δέν συνέχισε παρ΄ όλα τα παρακάλια μας. Στο διάλειμμα οι εραστές της ποιήσεως επιτεθήκαμε με άγριες διαθέσεις στον Αντρίκο που ήταν γείτονας και χωριανός και γι΄αυτό γλίτωσε το ξύλο, ενώ οι υπόλοιποι πήγαν ήσυχα ήσυχα για σάντουιτς – κόκα κόλα. Όσοι βέβαια είχαν χρήματα. Μιλούμε για τη χρονιά 1962-63. Ήταν η εποχή που η Κύπρος μόλις έβγαινε από τη φτώχεια με κατεύθυνση την καθολική ευμάρεια και την τουρκοποίηση.

Το 72 που κυκλοφόρησαν τα “4 Διηγήματα” στον πρόλογο που μου έγραψε ο Χριστοφίδης για το βιβλίο δέν είδε τίποτε από τα συγκεκριμένα που είχα εγώ υπόψη μου· όπως και δέν είδε τίποτε σ΄αυτά που έγραψε αργότερα για τον Παντελή Μηχανικό, στους στίχους για την ένωση. Έγραψε ανάμεσα σ΄άλλα: “Ανήσυχη και τολμηρή φαντασία βρίσκεται πίσω από τους σκοτεινούς διαλογισμούς του νέου συγγραφέα, μια φαντασία που δέν είναι δυνατό να βολευτεί μέσα σε “κατεστημένα” πλάισια ή να εμποδιστεί από τις συντεταγμένες της (εμφανούς) πραγματικότητος. Εξάλλου μια από τις μεγάλες ασθένειες της εποχής μας (ο κονφορμισμός), όχι μόνο δέν δεσμεύει τον Ροδίτη αλλά αποτελεί και κύριο στόχο του, άμεσο μεν στην ιστορία του γάτου έμμεσο δε στις υπόλοιπες αφηγήσεις”. Κι αφού με επαινούσε για την ικανότητα μου να μεταφέρω τα κυκλώματα των διαλογισμών μου “στον κύκλο της αφηγηματικής πεζογραφίας” και να μεταφράζω τα οράματα μου “σε στιβαρές, πυκνές και ρωμαλέες διηγήσεις”, κατέληγε στη διαπίστωση ότι όχι μόνον όλ΄αυτά “αποτελούν θετικό κέρδος για τη λογοτεχνική δημιουργία του τόπου”, αλλά και ότι, πέραν αυτού, “το είδος των θεμάτων καθώς και η όλη προσέγγιση του συγγραφέα” προσέδιδαν στο βιβλίο “ευρύτερες διαστάσεις”.

Γι’ αυτές τις “ευρύτερες διαστάσεις”, μόλις τώρα, τριάντα σχεδόν χρόνια αργότερα, καταλαβαίνω πόσο πιό τίμιοι, συνετοί και δίκαιοι ήταν όλοι τους πρίν το πραξικόπημα και την εισβολή. Εκτός κι άν αυτό που τους έκαμνε να φαίνονται τέτοιοι ήταν η αβεβαιότητα για τις πεποιθήσεις τους και το ένστικτο της αυτοσυντήρησης. Φύλαγαν τα ρούχα τους, μπάς κι έλθουν ανάποδα τα πράγματα. Στο κάτω κάτω ο δάσκαλος μου, στις προεδρικές εκλογές του 68, είχε απροκάλυπτα συνεργήσει (ως διευθυντής του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου) στον αυθαίρετο αποκλεισμό του ανθυποψηφίου του Μακαρίου από τα Μ.Μ.Ε. Αυτή τη συμπεριφορά που δέν ήταν παρά το απάνθισμα ενός γενικότερου και ιδιόμορφου τρόπου διακυβέρνησης του τόπου, κατάγγελλαν τα διηγήματα και τίποτε λιγότερο δέν μπορούσαν να σημαίνουν οι “ευρύτερες διαστάσεις”.

Ότι μάλλον αυτό συνέβαινε φάνηκε καθαρότερα μετά την κυκλοφορία του δεύτερου μου βιβλίου, της “Νουβορδίας”, το 1975. Άνθρωποι οι οποίοι είχαν βγεί με ευνοϊκές κριτικές για τα “4 Διηγήματα”, κριτικές βέβαια που δέν τολμούσαν να διεισδύσουν στις αλληγορίες ή να προχωρήσουν σε απόπειρες εξιχνίασης των συμβολισμών, αλλά απλώς μιλούσαν για την “ωριμότητα της σκέψης”, τη “στιβαρότητα της γραφής” και το πολύ προχωρούσαν να πούν πως ο συγγραφέας “φαίνεται να επηρεάζεται άμεσα από καταστάσεις και γεγονότα της σύγχρονης ζωής του τόπου που δέν επιτρέπουν αισιοδοξία”, έρχονταν τώρα με τη “Νουβορδία”, όταν πια είχε ξεκαθαρίσει το πολιτικό σκηνικό και μπορούσαν χωρίς κανένα κίνδυνο να δείξουν τί ακριβώς σκέφτονταν, να ζητήσουν την κεφαλή μου επί πίνακι. Τώρα η λογοτεχνική αξία της γραφής μου ερχόταν δεύτερη με διαφορά. Τώρα είχε μεγάλη σημασία τί κρύβονταν πίσω από τους συμβολισμούς, τις αλληγορίες και τους αναγραμματισμούς των λέξεων. Και γι΄αυτά που μόλις τώρα τα “ανακάλυπταν”, που δυσκολεύονταν να τα δούν το 72 και τά ΄βλεπαν πεντακάθαρα το 75, έγραφαν πως “το βιβλίο αυτό είναι απ΄αρχής μέχρι τέλους ένας λίβελλος ενάντια στο λαό μας”, ότι πρόκειται για εκείνη την “ιδεολογία που εξέθρεψε το πραξικόπημα και επιζητεί την προβολή της μέσα στο χώρο της τέχνης” και άρα “υπάρχει θέμα κάθαρσης και τιμωρίας”.

Μέχρι και πέντε χρόνια αργότερα, ένας νεόκοπος τότε κριτικός, άρτι αφιχθείς από τις σπουδές του στην Αθήνα και με γεμάτο το κεφάλι από τις θεωρίες που μονοπωλούσαν τότε το ενδιαφέρον των φοιτητών, περί των “μικροαστικών τάξεων ως ραχοκοκκαλιάς του φασισμού”, έκατσε και σκάρωσε ολόκληρο δισέλιδο πόνημα στην εφημερίδα “Σοσιαλιστική Έκφραση” της νεολαίας του Σοσιαλισικού Κόμματος για να συνδέσει το βιβλίο με μια φασιστική “νέα τάξη” (νουόβα όρντινε) στην Κύπρο η οποία εγκολπώθηκε το σύνθημα της Ένωσης και της αυτοδιάθεσης, επειδή ακριβώς η παραδοσιακή αριστερά…απουσίασε από τον απελευθερωτικό αγωνα του 55-59! Σαν τελική απόδειξη της ορθότητας της περί “φασισμού” θεωρίας και χαριστική βολή στον συγγραφέα της “Νουβορδίας” ο κριτικός έκλεινε με τη διαβεβαίωση ότι “το βιβλίο είναι ολότελα αντιερωτικό” και μ΄ένα απόσπασμα από άγνωστο σε μένα συγγραφέα που έλεγε: “Η δομή του σκλάβου είναι ένα μίγμα σεξουαλικής ανικανότητας, αδράνειας, επιθυμίας για ένα Φύρερ, φόβου της εξουσίας, φόβου της ζωής και μυστικισμού. Χαραχτηρίζεται από θεοφοβούμενη νομιμοφροσύνη και ταυτόχρονα στασιασμό”.

Δέν μπορούσα να μήν απαντήσω σ΄αυτές τις βλακείες. Έστειλα ένα αντίγραφο στη “Σημερινή” που το δημοσίευσε με τίτλο “Η Γοητεία της εύκολης Νίκης” κι ένα στη “Σοσιαλιστική Έκφραση”. Η “Σημερινή” είχε ήδη σχολιάσει την κριτική και το ίδιο το βιβλίο και επιζητούσε ανοικτά την άποψη μου. Η “Σοσιαλιστική Έκφραση” δέν τη δημοσίευσε.

Η ΓΟΗΤΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΚΟΛΗΣ ΝΙΚΗΣ

Υπάρχει και θα υπάρχει ακόμα για πολλή καιρό ο τρόπος με τον οποίο μπορεί κανείς να επιτύχει μιαν εύκολη νίκη. Εννοώ, σ΄αυτή την περίπτωση, στον τομέα της εκτόξευσης ή της αντεπίθεσης με επιχειρήματα.

Η κατάσταση μας είναι τραγικά απελπιστική. Αυτό το ίδιο το σώμα της πατρίδας μας έχει διαμελιστεί. Άνθρωποι ξεριζωμένοι περπατούν καθημερινά ανάμεσα μας και δέν έχουμε κανένα τρόπο να αισθανθούμε το δράμα τους. Ακόμα και μεταξύ τους συμβαίνει το ίδιο. Για τον καθένα η αγωνία είναι ιδιαίτερη και τόση που όλοι κλείνονται στον εαυτό τους· κανένας δέν θέλει να παραδεχτεί πως ο άλλος είναι δυνατό να πάσχει στον ίδιο βαθμό. Ο καθένας μας θεωρεί την ευαισθησία του μοναδική. Όμως υπάρχουν και οι κοινές εμπειρίες: Η βοήθεια που δέν έρχεται από πουθενά, η καθημερινή απογοήτευση που μας ποτίζουν όσοι κάποτε εμπιστευτήκαμε. Η κρίση είναι διαρκής, για τον καθένα ξεχωριστά και για όλους μας. Τί οφελεί λοιπόν εμένα ή τους γύρω μου μια νίκη σε αγώνα ανταλλαγής επιχειρημάτων; Άν δέν κερδίσουμε όλοι μαζί τον αγώνα της επικοινωνίας, σε τί μπορεί να μου χρησιμεύσει μια πρόσκαιρη κατατρόπωση των επιχειρημάτων κάποιου άλλου; Σίγουρα θα ικανοποιήσω την ματαιοδοξία μου· όμως αυτό θα το πληρώσω το λιγότερο με την αποκοπή της επικοινωνίας μ΄ένα σκεπτόμενο άνθρωπο που αυτή και μόνο η ιδιότητα του, πιστεύω, τον κάμνει ομοϊδεάτη μου. Και πόσο παρατραβηγμένο θα ήταν άν έλεγα πως κάτι τέτοιο ενδυναμώνει καίρια την πιθανότητα να χάσω την πατρίδα μου; Ίσως καθόλου.
Ομολογώ πως όταν διάβασα την κριτική του Σάββα Παύλου στη “Σοσιαλιστική Έκφραση” για το βιβλίο μου “Νουβορδία” η αντίδραση μου ήταν άμεση. Μέσα σε λίγες συνολικά ώρες έφτασα στις δέκα πυκνογραμμένες σελίδες. Προχωρούσα ικανοποιημένος γιατί πίστευα πως παράγραφο με παράγραφο, φράση με φράση, μα και γενικά, έδινα τη “σωστή” απάντηση, “έβαζα τα πράγματα στη θέση τους” και κατατρόπωνα τον αντίπαλο μου. Πλησίαζα πια προς το τέλος της “συντριπτικής” μου απάντησης όταν το βράδυ, τυχαία ή από κάποια ανεπαίσθητη εσωτερική λειτουργία, ξαναθυμήθηκα το Δοκίμιο για τη Φιλοσοφία του Βλάσιου Πασκάλ, τη “Νύχτα της Γεθσημανής” του Λέοντος Σέστοφ. Στο πέμπτο κεφάλαιο σταμάτησα σε φράσεις που δέν είχα σημειώσει σε προηγούμενα μου διαβάσματα, ίσως γιατί δέν είχα τότε ακόμα το αντίκρυσμα τους μέσα μου: “Κανείς εδώ κάτω δέν ενδιαφέρεται για την αλήθεια. Αυτό που γυρεύει κανείς δέν είναι η αλήθεια, μα κρίσεις άνετες που να μπορούν να χρησιμεύουν ή να ταιριάζουν σ’ ένα αριθμό ανθρώπων όσο γίνεται μεγαλύτερο” (ανθρώπων που μπορούν να μας χαρίσουν έτσι την επιδοκιμασία τους και να ικανοποιήσουν την ματαιοδοξία μας). Και παρακάτω: “Οι άνθρωποι δέν σκέφτονται παρά μονάχα για τους άλλους”.

Τί έκαμνα, λοιπόν, εγώ στην απάντηση μου πρός τον Σάββα Παύλου, και τί έκαμνε αυτός στην κριτική του; Μήπως ενδιαφερθήκαμε πραγματικά για την αλήθεια ή μήπως η βασική μας φροντίδα ήταν γι΄ αυτές τις άνετες, λογικές κρίσεις που θα τύγχαιναν της επιδοκιμασίας όσο το δυνατόν περισσότερων ανθρώπων; Τουλάχιστο εγώ πίστευα πάντα πως χρησιμοποιούμε τη λογική μόνο για να δικαιολογούμε τα δικά μας αισθήματα, τις ριζωμένες Κύριος οίδε πού πεποιθήσεις και προτιμήσεις μας, όταν όλων αυτών η εγκυρότης αμφισβητείται από τους γύρω μας. Κι ενώ δέν την εφαρμόζουμε για ν΄ανακαλέσουμε τους εαυτούς μας σε τάξη, την προβάλλουμε συνέχεια σκεπτόμενοι για λογαριασμό των διπλανών μας, με σκοπό να τους ανακαλέσουμε στη δική μας τάξη. Τέτοια είναι η φύση της που μας επιτρέπει παραλήψεις και υπερτονισμούς και μας παρέχει κάθε δυνατότητα για ένα σωρό νίκες, νίκες που τελικά μας στοιχίζουν ό,τι πολυτιμότερο μπορούμε να φτάσουμε: την πραγματική μεταξύ μας επικοινωνία.

Όμως εγώ, σ΄αυτή τουλάχιστον την περίπτωση (για το μέλλον ποιός μπορεί να είναι βέβαιος;) αισθάνομαι ότι το μπορώ και δέν θέλω μια τέτοια νίκη. Μπορεί στη λήψη αυτής της απόφασης κύριο λόγο νά ‘χει η τραγική θέση αυτού του τόπου και νά ‘ναι ο μόνος τρόπος να μετατρέψουμε σε κέρδος μια τόσο φοβερή συμφορά. Δέν πρόκειται λοιπόν ν΄αποδείξω στον Σάββα Παύλου πως πέφτει έξω, πως η ερμηνεία που δίνει στη ”Νουβορδία” έχει να κάμει μ΄ένα σωρό παραλείψεις, γιατί ο μόνος τρόπος για να το κάμω είναι πέφτοντας έξω και παραλείποντας ένα σωρό πράγματα. Θέλω μόνο να τον βεβαιώσω πως είμαι σίγουρος ότι έχουμε ένα τουλάχιστο κοινό σημείο που αντιβαρεί όλες τις διαφωνίες μας: Επιζητούμε την αλήθεια και μιαν άξια λόγου επιβίωση της πατρίδας μας.

Και κάτι ακόμα: Η “Νουβορδία” γράφτηκε από θλίψη για το κατάντημα όλων μας και δέν είχα ποτέ μου αμφιβολία για τις ελλείψεις που παρουσιάζει άσχετα με το ποσοστό σημασίας που αποδίδει στην κάθε μια ο καθένας μας.

12 Σεπτεμβρίου 1980


Η “Σοσιαλιστική Έκφραση”, όπως είπα, δέν δημοσίευσε την απάντηση μου με τη δικαιολογία ότι δημοσιεύτηκε στη “Σημερινή”. Έλεγε όμως στους αναγνώστες της τί “περίπου” έλεγε ο Ροδίτης κι απαντούσε βάσει της δικής της ερμηνείας της επιστολής μου (ότι τάχα επιζητούσα τον τερματισμό της κριτικής και του διαλόγου) χωρίς να δίνει την ευκαρία στους αναγνώστες της να βγάλουν τα δικά τους συμπεράσματα. Για ν’ αποδείξουν δε ότι δέν φοβόνταν τον διάλογο τέλειωναν με τη φράση “οι στήλες της Σοσιαλιστικής Έκφρασης είναι ανοιχτές για οποιαδήποτε ουσιαστική απάντηση του Ροδίτη”. Έτσι δέν άργησαν να παραλάβουν και μια “ουσιαστική” μου απάντηση 12 δαχτυλογραφημένων σελίδων. Χρειάστηκε να περάσουν άλλοι επτά μήνες να τη δημοσιεύσουν, σε τρείς συνέχειες αρχίζοντας από τις 30.5.81. Η “Σοσιαλιστική Έκφραση” ήταν δεκαπενθήμερη.

Μέσα σ΄αυτό το κλίμα και προτού καλά καλά αναπνεύσει τον αέρα του, ενδιαφέρθηκε σε κάποια στιγμή ο Γιώργος Σκούρτης να μετατρέψει την ιστορία του γάτου στα “4 Διηγήματα” σε θεατρικό. Του είπαν όμως ότι ήμουν ένας “φασίστας” κι απομακρύνθηκε ταχέως φτύνοντας απανωτά στον κόρφο του. Το ίδιο συνέβη και μ’ έναν εκδοτικό οίκο στην Αθήνα, τον “Κάλβο” άν θυμάμαι καλά, που ενδιαφέρθηκε να εκδόσει τα διηγήματα μου. Για τους καλοθελητές αυτούς που έδιναν τις κατάλληλες πληροφορίες στην κατάλληλη στιγμή, άκουσα από άλλους καλοθελητές. Εμένα δέν μού ‘πε ποτέ κανείς τίποτε. Σε μένα συνέβαιναν άλλα: με κάλεσαν σε μια εκπομπή του ραδιοφώνου όπου λογοτέχνες διάβαζαν αποσπάσματα από τα έργα τους. Ρώτησα άν μπορώ να διαβάσω ό,τι θέλω. Ναί, μου είπαν. Η εκπομπή ηχογραφήθηκε και τη μέρα της μετάδοσης έκοψαν το απόσπασμα από τη “Νουβορδία”. Σε μια άλλη εκπομπή με τίτλο ”Νεώτεροι Κύπριοι Πεζογράφοι” αφού με κατέταξαν τρίτο ανάμεσα στους νεώτερους, διάβασαν αποσπάσματα από το έργο του πρώτου, του δεύτερου και του…τέταρτου. Αυτή η ιστορία κράτησε χρόνια. Σε μια παρουσίαση που έκαμε ο ποιητής Κυριάκος Χαραλαμπίδης της Κυπριακής Λογοτεχνίας στο περιοδικό “Η Λέξη”, δέν καταδέχτηκε να με αναφέρει καν. Το ίδιο κι ένας υπάλληλος των Πολιτιστικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Παιδείας της Κύπρου σε άλλο αθηναϊκό περιοδικό. Όταν ρώτησα τον Χαραλαμπίδη (είχα το θάρρος του, τον γνώριζα από κοντά), μου είπε ότι το έκαμε επειδή διαφωνεί με τις πολιτικές μου πεποιθήσεις. Τι πολιτικές πεποιθήσεις μπορεί να έχει ένας αντικονφορμιστής; Το μόνο που με αφορά είναι η ελευθερία και η μόνη “πολιτική” δήλωση που έκαμα ποτέ και δέν θα σταματήσω να την κάμνω όσο ζώ είναι ότι είμαι αμετακίνητα ενωτικός."



* * *



1 comment:

  1. Αγαπητέ Πέτρο,
    Έχεις καταφέρει να με σοκάρεις για περισσότερους από έναν λόγους!
    Όχι γιατί βλέπω μετά από 44 χρόνια μια πρώτη, επιτέλους, σοβαρή «κριτική» των Τεσσάρων διηγημάτων, αλλά επειδή, κυρίως, η 44 χρόνια μετά την έκδοση του βιβλίου ανάλυσή σου, αποδεικνύεται καλύτερη απόδειξη από το ίδιο το βιβλίο για την απελπιστική κατάσταση που διάγουμε.
    Είμαστε ουσιωδώς τελειωμένοι, τόσο ουσιωδώς όσο κι όταν ο Θεός έδιωχνε τον κύριο Αδάμ και την κυρία Εύα από τον Παράδεισο, «Στ’ ανάθεμα» τους είπε, «είστε άχρηστοι. Πηγαίνετε να ζήσετε στον κόσμο εκείνου που σας έπεισε ότι αλλού θα περνάτε καλύτερα, κι εγώ εδώ θα είμαι πάντα να σας περιμένω. Απλώς, μετανοήστε».
    Η πτώση είναι συνεχής και η «πλάκα» είναι ότι δεν υπάρχει πάτος. Εκτός από τον θάνατο τού καθενός μας• αλλά τι είναι ο βιολογικός θάνατος του καθενός μπροστά στον θάνατο τής ανθρωπιάς μας, μπροστά στον θρίαμβο της ανεντιμότητας;
    Μίλησες, πολύ σωστά για «λογοκρισία». Ο Σάββας Παύλου υπήρξε ένας κατ’ εξοχήν «λογοκριτής» μου. Μήπως το κείμενό του που αναδημοσιεύεις μαζί με την κριτική σου δεν είναι απόδειξη της αποσιώπησης (λογοκρισίας) που άσκησε πάνω στα βιβλία μου; Μήπως δεν μου ζήτησε τον Δεκέμβρη του 2012 να πάψω να του μιλώ μέσω διαδικτύου επειδή… διαφωνούσε μαζί μου; Μήπως δεν έκανε το ίδιο ο κατ’ εξοχήν βιβλιοπαρουσιαστής της Κύπρου, καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, Πέτρος Παπαπολυβίου; Δεν κάνει το ίδιο ο Διευθυντής Σύνταξης του «Φιλελευθέρου»; Δεν έκανε το ίδιο η εκδότρια τού βιβλίου μου Την Ελλάδα θέλομεν και ας τρώγωμεν πέτρες, όπου δίνω απαντήσεις σε μερικά από τα ερωτήματά σου, σχετικά με τα Τέσσερα διηγήματα; Δεν έκανε το ίδιο ευρωβουλευτής τις που αγωνίζεται να σώσει την Κύπρο, καθώς ισχυρίζεται; Όπως και μία ιατρός, μια ποιήτρια, μία θεατρολόγος; Μήπως δεν με λογοκρίνει ο Μιχαήλ Ιγνατίου, ο Γιώργος Καραμπελιάς, από τις ιστοσελίδες τους, οι Πολιτιστικές Υπηρεσίες, ο ΘΟΚ;
    Τι άραγε είναι αυτό που λέω, που κάνει τόσο ανεπιθύμητο τον λόγο μου;
    Κατά τη δική μου άποψη είναι η επιμονή μου να ψάχνω τα αίτια τρων δεινών μας, επειδή, απλώς, νιώθω, επαναλαμβάνω «νιώθω» - δεν λέω «ξέρω» - ότι χωρίς περισσότερο φως στις απαρχές της ύπαρξής μας ως κράτους δεν είμαστε σε θέση να πάμε πουθενά.
    Όχι, κύριε, η διανόηση της Κύπρου, η παντοειδής της αφρόκρεμα, πολιτική τε και πολιτιστική, προτιμά να σιωπά. Δυστυχώς ο λόγος γι’ αυτό είναι τόσο φανερός και αυτοκαταστροφικός, που θα κατέτασσα τον εαυτό μου, μόνος μου, στους άχρηστους λογοτέχνες αν δεν τον έλεγα, αν δεν τον έγραφα, αφού τον ξέρω: Δεν διαφωνεί κανένας μαζί μου, απλώς με μισούν γιατί κάνω ή τέλος πάντων προσπαθώ να κάνω εκείνο που θα ήθελαν να μπορούσαν εκείνοι να κάνουν. Μόνο αυτό είναι το «πρόβλημα». Μόνο αυτό και τίποτε άλλο, αλλά αρκετό. Αρκετό να μας εξαφανίσει από προσώπου γης ή, στην καλύτερη περίπτωση, να μας κρατήσει σ’ αυτή και σε χειρότερη κατάσταση πολλά ακόμα χρόνια.
    Άντης Ροδίτης

    ReplyDelete